- Ναυπλίου
- Ναύπλιοςa Nauplianmasc/neut gen sgΝαυπλιεύςa Nauplianmasc/neut gen sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
ναυπλίου — ναύπλιος a Nauplian masc gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ναυπλίου, δήμος — Δήμος του νομού Αργολίδας, που ανασυστάθηκε με το σχέδιο «Καποδίστριας» και αποτελείται από τον πρώην ομώνυμο δήμο, καθώς και τις κοινότητες Λευκακίων και Πυργιωτίκων, οι οποίες καταργήθηκαν. Έδρα του δήμου ορίστηκε ο οικισμός Ναύπλιο του πρώην… … Dictionary of Greek
Μουσείο, Αρχαιολογικό Ναυπλίου — Το Αρχαιολογικό Μουσείο Ναυπλίου βρίσκεται στη δυτική πλευρά της κεντρικής πλατείας της παλαιάς πόλης του Ναυπλίου, της πλατείας Συντάγματος. Το τριώροφο κτίριο που στεγάζει το μουσείο χτίστηκε το 17ο αι., στη διάρκεια της Ενετοκρατίας, και… … Dictionary of Greek
Μουσείο, Πολεμικό Ναυπλίου — Το Πολεμικό Μουσείο λειτουργεί από το 1988 σ’ ένα από τα επιβλητικότερα κτίρια της παλαιάς πόλης του Ναυπλίου, στο οποίο στεγάστηκε από το 1828 έως το 1834 η πρώτη Σχολή Ευελπίδων του νεότερου ελληνικού κράτους. Μέσα από τα αυθεντικά εκθέματα της … Dictionary of Greek
Μουσείο Κομπολογιού (Ναυπλίου) — Το μοναδικό στην Ελλάδα και πιθανότατα στον κόσμο Μουσείο Κομπολογιού ιδρύθηκε το 1998 από το συλλέκτη, κατασκευαστή και συντηρητή κομπολογιών Άρη Ευαγγελινό. Στον επάνω όροφο του εργαστηρίου του ιδρυτή του (Σταϊκοπούλου 25, Ναύπλιο) εκτίθενται… … Dictionary of Greek
Πελοπόννησος — I Ιστορική και γεωγραφική περιοχή της Ελλάδας, η νοτιότερη και μεγαλύτερη χερσόνησος της χώρας και η νοτιότερη της Ευρώπης. Εκτείνεται μεταξύ των παραλλήλων 38° 20’ (ακρωτήριο Δρέπανο) και 36° 23’ (ακρωτήριο Ταίναρο) και των μεσημβρινών 210° 10’… … Dictionary of Greek
Ναύπλιο — Πόλη (υψόμ. 10 μ., 13.822 κάτ.) της ανατολικής Πελοποννήσου, πρωτεύουσα σήμερα του νομού Αργολίδος. Το Ν. ήταν η πρώτη πρωτεύουσα της νεότερης Ελλάδας και έδρα του ομώνυμου δήμου, στην οποία υπάγονταν διοικητικά ο δήμος Ναυπλιέων και οι… … Dictionary of Greek
Αθεϊκά — Χαρακτηρισμός που επικράτησε να δίνεται στον κύκλο των επεισοδίων και των διωγμών που σημειώθηκαν στον Βόλο το 1908, με την ίδρυση του Ανώτερου Δημοτικού Παρθεναγωγείου και τη δημιουργία του Εργατικού Κέντρου Βόλου. Ο κύκλος έκλεισε με τη δίκη… … Dictionary of Greek
μετόχι — Ονομασία δεκαοκτώ οικισμών. 1. Οικισμός (17 κάτ.) του νομού Αιτωλοακαρνανίας. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Ιεράς Πόλεως Μεσολογγίου. 2. Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 270 μ., 864 κάτ.) στην πρώην επαρχία Ναυπλίας του νομού Αργολίδος. Βρίσκεται 17… … Dictionary of Greek
Ακροναυπλία — Η ακρόπολη του Ναυπλίου, βραχώδης και οχυρή, που μαζί με το βουνό του Παλαμηδίου και το επιθαλάσσιο Μπούρτζι αποτελούν το φρουριακό συγκρότημα που υπεράσπιζε παλιά το Ναύπλιο. Η Α. κατακτήθηκε, σύμφωνα με τη μυθολογική παράδοση· από τον Ναύπλιο,… … Dictionary of Greek